Rockwave Festival - 2018
Event Title
Rockwave Festival 2018
Date
24 July 2018
Headliner
Supporting Bands
Monuments
Volbeat
Tremonti
The Raven Age
W.E.B.
Rollin' Dice
Promoter
Venue/Location
Attendance
35000
Description
30 χρόνια μετά την πρώτη δική τους εμφάνιση - αλλά και γενικότερα εμφάνιση μεγάλης μπάντας του Metal μουσικού ιδιόματος στην Ελλάδα - το 1988, οι Iron Maiden επέστρεψαν σε έναν «άλλο» κόσμο : Οι ανήσυχοι, αντισυμβατικοί και “underground” οπαδοί του 1988, πλέον μπαμπάδες ή ακόμα και παππούδες μερικοί, πιστοί στο κάλεσμα επέστρεψαν φέρνοντας μαζί τους μια νέα γενιά που βλέπει την μπάντα σαν ένα κομμάτι κλασικής πλέον ιστορίας.
Μία μπάντα που διανύει την τέταρτη δεκαετία της στα μουσικά δρώμενα, κι όμως είναι εδώ, μεγαλύτερη από ποτέ, τρεφόμενη από την αγάπη του κόσμου, αλλά και από το καλλιτεχνικό της μικρόβιο, που την ωθεί στο να «μεγαλώνει» όλο και περισσότερο το show της. Ένα σεμινάριο για το πώς γίνεσαι μεγάλη μπάντα.
Μπορεί κανείς να αναφερθεί κατ' αρχάς στο show και να πει πόσο εντυπωσιακό ήταν το spitfire πάνω από τα κεφάλια τους στο «Aces High» που έδωσε την έναρξη, πόσο κατανυκτική ήταν η ατμόσφαιρα με τους σταυρούς στο «Sign of the Cross», πόσο ωραίος ήταν ο Ίκαρος πίσω από τα φλογοβόλα του Dickinson στο «Flight of Icarus» ή πόσο ψαρωτικά ξεπετάχτηκε ένας κερατόμορφος Eddie στο μέσο του «Iron Maiden».
Μπορεί κανείς να μιλήσει για εκπληκτική απόδοση και δέσιμο της μπάντας που σε ηλικίες άνω των 60 συνεχίζουν να μην χάνουν νότα - ειδικότερα δε να αναφερθεί στο φαινόμενο του Nicko McBrain που στα 66 του «έβγαλε» το απαιτητικό «Where Eagles Dare» για πλάκα. Μπορεί επίσης να αναφερθεί στο φοβερό setlist που τίμησε το αγαπημένο πολλών οπαδών «Piece of Mind» album καθώς και στα δύο κομμάτια της εποχής Blaze Bayley («The Clansman», «Sign of the Cross») που επέλεξαν και τα οποία με έναν περίεργο τρόπο ήταν τα highlights της εμφάνισης. Μπορεί επίσης να μιλήσει για τις φωτοβολίδες και τα καπνογόνα που λαμπάδιαζαν τον τρεμάμενο από συνεχή «ωωω-ωωω-ωωω» ουρανό σε όλα τα classics («The Trooper», «2 Minutes to Midnight», «The Number of the Beast», «Fear of the Dark», «Hallowed Be Thy Name»).
Ό,τι όμως και να πει κανείς είναι λίγο μπροστά στην παρουσία του Bruce Dickinson. Ειλικρινά, δεν πιστεύω ότι έχουμε ξαναδεί στην Ελλάδα ΠΟΤΕ τέτοια εμφάνιση frontman μπάντας. Προφανώς παίζει ρόλο και ενισχύει τον όποιο συναισθηματισμό η γνώση ότι σε λίγες μέρες θα κλείσει τα 60 και ότι έχει ξεπεράσει έναν αρκετά σοβαρό καρκίνο λίγα χρόνια πριν. Ακόμα κι έτσι όμως, η αεικίνητη φιγούρα του και η κρυστάλλινη φωνή του παρέπεμπαν σε θεό όχι άνθρωπο. Και ακριβώς επειδή καταλάβαινες ότι είναι άνθρωπος με συναίσθημα, παιδικότητα (πραγματικά έκανε σαν μικρό παιδί ξιφασκώντας εναντίον ενός τρίμετρου Eddie που εμφανίστηκε στο «The Trooper», πετώντας φλόγες αριστερά-δεξιά στο «Flight of Icarus» και χοροπηδώντας πάνω στο αόρατο άλογό του στο «Run to the Hills») και μια έμφυτη αίσθηση ηθικής, αυτό που μετέδιδε μπορούσε να φέρει γνήσια δάκρυα στα μάτια.
Γι' αυτό και η μοναδική στιγμή που μίλησε στο κοινό (πέρα από τα απαραίτητα «scream for me Athens») εξηγώντας το concept της επιλογής των κομματιών που βασίζονταν, τουλάχιστον στο πρώτο μέρος, στην εμπειρία του πολέμου και δίνοντας πάσα στο «The Clansman», θα μας μείνει βαθιά χαραγμένη στη μνήμη.
Το τέλος της εμφάνισής τους, με τον Steve Harris να σηκώνει τις γροθιές με τρομερό ενθουσιασμό λες και δεν έχει ξανακάνει τόσο μεγάλη συναυλία στη ζωή του και τον Dickinson να μας «πειράζει» τραγουδώντας στίχους του «Alexander the Great», που ακολουθήθηκε παραδοσιακά από το «Always Look on the Bright Side of Life» των Monty Python, μας χάρισε τρομερά αποθέματα χαράς, συγκίνησης και συναισθημάτων - και την αίσθηση ότι βιώσαμε μια από τις σπουδαιότερες ζωντανές μουσικές εμπειρίες της ζωής μας. Μπορεί και την ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΟΛΩΝ.
Μία μπάντα που διανύει την τέταρτη δεκαετία της στα μουσικά δρώμενα, κι όμως είναι εδώ, μεγαλύτερη από ποτέ, τρεφόμενη από την αγάπη του κόσμου, αλλά και από το καλλιτεχνικό της μικρόβιο, που την ωθεί στο να «μεγαλώνει» όλο και περισσότερο το show της. Ένα σεμινάριο για το πώς γίνεσαι μεγάλη μπάντα.
Μπορεί κανείς να αναφερθεί κατ' αρχάς στο show και να πει πόσο εντυπωσιακό ήταν το spitfire πάνω από τα κεφάλια τους στο «Aces High» που έδωσε την έναρξη, πόσο κατανυκτική ήταν η ατμόσφαιρα με τους σταυρούς στο «Sign of the Cross», πόσο ωραίος ήταν ο Ίκαρος πίσω από τα φλογοβόλα του Dickinson στο «Flight of Icarus» ή πόσο ψαρωτικά ξεπετάχτηκε ένας κερατόμορφος Eddie στο μέσο του «Iron Maiden».
Μπορεί κανείς να μιλήσει για εκπληκτική απόδοση και δέσιμο της μπάντας που σε ηλικίες άνω των 60 συνεχίζουν να μην χάνουν νότα - ειδικότερα δε να αναφερθεί στο φαινόμενο του Nicko McBrain που στα 66 του «έβγαλε» το απαιτητικό «Where Eagles Dare» για πλάκα. Μπορεί επίσης να αναφερθεί στο φοβερό setlist που τίμησε το αγαπημένο πολλών οπαδών «Piece of Mind» album καθώς και στα δύο κομμάτια της εποχής Blaze Bayley («The Clansman», «Sign of the Cross») που επέλεξαν και τα οποία με έναν περίεργο τρόπο ήταν τα highlights της εμφάνισης. Μπορεί επίσης να μιλήσει για τις φωτοβολίδες και τα καπνογόνα που λαμπάδιαζαν τον τρεμάμενο από συνεχή «ωωω-ωωω-ωωω» ουρανό σε όλα τα classics («The Trooper», «2 Minutes to Midnight», «The Number of the Beast», «Fear of the Dark», «Hallowed Be Thy Name»).
Ό,τι όμως και να πει κανείς είναι λίγο μπροστά στην παρουσία του Bruce Dickinson. Ειλικρινά, δεν πιστεύω ότι έχουμε ξαναδεί στην Ελλάδα ΠΟΤΕ τέτοια εμφάνιση frontman μπάντας. Προφανώς παίζει ρόλο και ενισχύει τον όποιο συναισθηματισμό η γνώση ότι σε λίγες μέρες θα κλείσει τα 60 και ότι έχει ξεπεράσει έναν αρκετά σοβαρό καρκίνο λίγα χρόνια πριν. Ακόμα κι έτσι όμως, η αεικίνητη φιγούρα του και η κρυστάλλινη φωνή του παρέπεμπαν σε θεό όχι άνθρωπο. Και ακριβώς επειδή καταλάβαινες ότι είναι άνθρωπος με συναίσθημα, παιδικότητα (πραγματικά έκανε σαν μικρό παιδί ξιφασκώντας εναντίον ενός τρίμετρου Eddie που εμφανίστηκε στο «The Trooper», πετώντας φλόγες αριστερά-δεξιά στο «Flight of Icarus» και χοροπηδώντας πάνω στο αόρατο άλογό του στο «Run to the Hills») και μια έμφυτη αίσθηση ηθικής, αυτό που μετέδιδε μπορούσε να φέρει γνήσια δάκρυα στα μάτια.
Γι' αυτό και η μοναδική στιγμή που μίλησε στο κοινό (πέρα από τα απαραίτητα «scream for me Athens») εξηγώντας το concept της επιλογής των κομματιών που βασίζονταν, τουλάχιστον στο πρώτο μέρος, στην εμπειρία του πολέμου και δίνοντας πάσα στο «The Clansman», θα μας μείνει βαθιά χαραγμένη στη μνήμη.
Το τέλος της εμφάνισής τους, με τον Steve Harris να σηκώνει τις γροθιές με τρομερό ενθουσιασμό λες και δεν έχει ξανακάνει τόσο μεγάλη συναυλία στη ζωή του και τον Dickinson να μας «πειράζει» τραγουδώντας στίχους του «Alexander the Great», που ακολουθήθηκε παραδοσιακά από το «Always Look on the Bright Side of Life» των Monty Python, μας χάρισε τρομερά αποθέματα χαράς, συγκίνησης και συναισθημάτων - και την αίσθηση ότι βιώσαμε μια από τις σπουδαιότερες ζωντανές μουσικές εμπειρίες της ζωής μας. Μπορεί και την ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΟΛΩΝ.